Δευτέρα 15 Νοεμβρίου 2010

[ch.4] Ο νόμιμος παραλήπτης.

Ο νόμιμος παραλήπτης.

Επειδή ο χρόνος είναι, αποδεδειγμένα πλέον, εντελώς σχετικός και επειδή ο συγγραφέας άλλη δουλειά δεν είχε από το να σκέφτεται τι ακριβώς θα κάνει έναν υστερικό, καταναγκαστικό, γκρινιάρη, γκέι χασάπη με σύνδρομο του μεσαίου παιδιού, τον άφησε επί πολλές μέρες στον αέρα. Για κάποιο λόγο, πίστευε ότι έτσι θα τον ανάγκαζε να σκεφτεί ξανά τις επιλογές που είχε κάνει στη ζωή του (στο κάτω - κάτω, ποιος συγγραφέας έχει συναντήσει έναν γκέι χασάπη για να ξέρει πώς περίπου να αναπτύξει το χαρακτήρα του;).

Ο σκύλος παύλα ξεσκονόπανο βρίσκεται παγωμένος, με ανοιχτό το στόμα και το μόνο που λείπει για να σε νευριάσει είναι ο ήχος του γαβγίσματός του . Όχι. Για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, η φάτσα του και μόνο είναι αρκετή για να σου ανάψει τα λαμπάκια. Τα τρία του πόδια βρίσκονται στον αέρα και το ένα μπροστινό του ακουμπάει ελαφρά στο έδαφος, θυμίζοντας άλογο που καλπάζει στον ιππόδρομο. Τότε, τα πάντα ξεπαγώνουν χωρίς καμία προειδοποίηση. Ο γκέι χασάπης προσγειώνεται επιτέλους στο αριστερό του πόδι ενώ –σαν να μην έχει επανέλθει ακόμη στον πραγματικό χρόνο- συνεχίζει να πηδά σε σλόου μόσιον όμως. Ταυτόχρονα, φωνάζει σχεδόν συλλαβιστά το όνομα του σκύλου, ενώ η φωνή του παραμορφώνεται από την αργή κίνηση του χρόνου και θυμίζει τη φωνή του Νταρθ Βέιντερ, στον Πόλεμο των Άστρων.
- Φυ –στίιιι –κιιι!

Πιο μπροστά στο διάδρομο, το Φυστίκι προσγειώνεται σαστισμένο, βγάζοντας ένα πνιχτό γάβγισμα που καταλήγει σε κλάμα και φέρνει δύο, τρεις σβούρες γύρω από τον εαυτό του, προσπαθώντας να θυμηθεί τι ήθελε να κάνει.

Ο χασάπης, που επίσης δεν ξέρει τι έχει του συμβεί ώστε να νιώθει το σώμα του τόσο μουδιασμένο, σταματάει να φωνάζει και κοιτάζει γύρω του ψάχνοντας το κενό της μνήμης του. Το βλέμμα του συναντάει το βλέμμα του μικρού, ξεμαλλιασμένου πατσαβουριού. Το κοιτάζει για λίγα δευτερόλεπτα και  πιστεύει ότι και το Φιστίκι έχει την ίδια απορία με τον ίδιο. Ευτυχώς, λίγο πριν αρχίσει να πιστεύει ότι θα μπορούσαν να πιάσουν και συζήτηση, το κουδούνι της εισόδου της πολυκατοικίας, που βρισκόταν στο τέλος του γκρι, σκοτεινού διαδρόμου, χτύπησε επίμονα. Τότε, βρήκε ξεκάθαρα το κενό της μνήμης του: το Φιστίκι είχε πηδήξει από τα χέρια του για να γαβγίσει μανιωδώς σε έναν νεαρό και παραφορτωμένο κούριερ, που στεκόταν πίσω από το τζάμι της εισόδου, ενώ εκείνος προσπαθούσε να το πιάσει ξανά στα χέρια του και να ανοίξει την πόρτα.

Το κουδούνι χτύπησε ακόμη μία φορά ενώ ο γκέι χασάπης έκανε νόημα στον κούριερ ότι τον έχει δει και άρχισε να κατευθύνεται προς την είσοδο της πολυκατοικίας. Κατέβηκε τα τρία σκαλιά που συνάντησε στο τέλος του διαδρόμου ενώ το Φιστίκι αποφάσισε ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή για να κηρύξει έναν ακόμη πόλεμο στις παντόφλες-αρκουδάκια του, δυσκολεύοντας ακόμη περισσότερο το μουδιασμένο σώμα του να περιπατήσει. Μετά τις απαραίτητες κλοτσιές και τα χαρούμενα πηδηματάκι στον αέρα, ο γκέι χασάπης κατάφερε να ανοίξει επιτέλους την πόρτα.

Ο νεαρός κούριερ κρατούσε με το ένα χέρι του μία κούτα γεμάτη καφετί φακέλους. Με το δεξί του χέρι, είχε ξεχωρίσει έναν φάκελο και διάβαζε τώρα το όνομα που ήταν γραμμένο πάνω του.
- Καλησπέρα, από την εταιρία ταχέων μεταφορών «Ραν εν Σικ», είστε ο κύριος…

Ο συγγραφέας πίστευε ότι θα κατάφερνε να γράψει ένα ολόκληρο μυθιστόρημα χωρίς να χρειαστεί να σπάσει το κεφάλι και τα νεύρα του ψάχνοντας για ένα αντρικό όνομα, που θα ταίριαζε ταυτόχρονα σε έναν μοντέρνο γκέι και σε έναν παραδοσιακό χασάπη. Βέβαια, η ευθύνη του ήταν μεγάλη μιας και το όνομα Φιστίκι για το σκύλο είχε αποδειχτεί ήδη γελοία επιλογή. Ας αναλογιστούμε όμως τις πιθανές επιλογές μας. Η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν πολλά ελληνικά και ξένα ονόματα που θα ταίριαζαν σε έναν μοντέρνο γκέι ή σε έναν παραδοσιακό χασάπη ξεχωριστά. Ονόματα όπως Ρίκι, Τζόρτζ, Βασίλειος, Μάκης, Χριστόφορος, Μιχάλης… (οποιαδήποτε ομοιότητα με πραγματικά πρόσωπα ή καταστάσεις είναι τελείως φανταστική), αλλά μόνο ένα όνομα θα μπορούσε να ταιριάζει και στα δύο: Μαρίνος.

-…Μαρίνος Γαλόνης; συνέχισε με τη λεπτή φωνή του ο κούριερ.
- Ο ίδιος! απάντησε χαρούμενα ενθουσιασμένος ο Μαρίνος ενώ ταυτόχρονα έσπαγε τη μέση του, προσπαθώντας να δημιουργήσει το ερωτικό κάλεσμα.
Ο νεαρός κούριερ συνέχισε να απαγγέλει με ρυθμό, χωρίς να δώσει καμία σημασία στο ερωτικό κάλεσμα του Μαρίνου.
- Έχω εδώ ένα φάκελο για εσάς, με αρχικό παραλήπτη τον κύριο Ηλία Δ. Παρτόλιο. Από ό,τι φαίνεται, έχει δηλώσει εσάς ως νόμιμο παραλήπτη σε περίπτωση ασθένειας, ατυχήματος, θανάτου ή αδυναμίας παραλαβής για οποιοδήποτε λόγο.
- Εμένα; είπε ο Μαρίνος δίνοντας ταυτόχρονα μία ακόμη κλωτσιά στο Φιστίκι, που τραβούσε με τα δόντια του την αριστερή παντόφλα-αρκουδάκι και συνέχισε. Δεν μου φτάνει που μου παράτησε το κοπρόσκυλο να το ταΐζω και να μου τρώει τις παντόφλες, θα παραλαμβάνω και την αλληλογραφία του τώρα; Τι είμαι εγώ, ε; Μου λες τώρα, τι είμαι εγώ;
- μάλιστα, είπε ο νεαρός κούριερ κοιτάζοντας για ακόμη μία φορά το όνομα πάνω στον καφετί φάκελο. Είστε ο κύριος που έχει δηλωθεί ως νόμιμος παραλήπτης της αλληλογραφίας του κύριου Ηλία Δ. Παρτόλιου, σε περίπτωση ασθένειας, ατυχήματος, θανάτου ή αδυναμίας παραλαβής για οποιοδήποτε λόγο.
- Εντάξει. Κατάλαβα. Δεν θα βγάλω άκρη. Ο Μαρίνος άρπαξε με το γνωστό σε όλους (γείτονες, συγγενείς, εργαζόμενους, πελάτες και πάει λέγοντας) ξινισμένο ύφος του το φάκελο και κοίταξε με δυσπιστία το όνομα που ήταν γραμμένο με μεγάλα κεφαλαία γράμματα. Κάπως έτσι διαπίστωσε ότι πράγματι εκείνος ήταν δηλωμένος ως ο νόμιμος  παραλήπτης της αλληλογραφίας του γείτονά του σε περίπτωση ασθένειας, ατυχήματος, θανάτου ή αδυναμίας παραλαβής για οποιοδήποτε λόγο και αποδέχτηκε το ρόλο του.

Η ώρα ήταν περασμένη και το Φιστίκι τριγύρναγε μες στο διαμέρισμα ψάχνοντας μάταια για ένα ίχνος μυρωδιάς που να θυμίζει το λουρί του. Αν ο εγκέφαλός του το επέτρεπε, θα είχε καταφέρει να θυμηθεί ότι την τελευταία φορά που πήγε το λουρί του γαβγίζοντας στον Μαρίνο, εκείνος το είχε κρύψει τόσο καλά στα σκουπίδια, που αποκλείεται να το μύριζε τώρα, όσο κι αν προσπαθούσε.

Ο Μαρίνος από την άλλη, καθόταν στο γραφείο του και μετά από πολύωρη αντίσταση στην ανάγκη του να ψαχουλεύει την ζωή των άλλων, αποφάσισε ότι είχε κάθε δικαίωμα να ανοίξει το φάκελο που είχε παραλάβει. Στο κάτω - κάτω ήταν ή δεν ήταν ο νόμιμος παραλήπτης του Ηλία Δ. Παρτόλιου, σε περίπτωση ασθένειας, ατυχήματος, θανάτου ή αδυναμίας παραλαβής για οποιοδήποτε λόγο;  Η απόφασή του τον έκανε να χαμογελάσει σατανικά. Έτριψε τα δύο του χέρια και κούνησε τα δάκτυλά του συνωμοτικά. Κράτησε το φάκελο στα χέρια του. Τον μύρισε. Τον ζύγισε. Τον άκουσε. Μετά αναρωτήθηκε γιατί στο διάολο τα έκανε όλα αυτά και έσκισε το φάκελο με μανία.